καθημερινός

Grieks

enkelvoud
m v o
nominatief καθημερινός καθημερινή καθημερινό
genitief καθημερινού καθημερινής καθημερινού
accusatief καθημερινό καθημερινή καθημερινό
vocatief καθημερινέ καθημερινή καθημερινό
meervoud
nominatief καθημερινοί καθημερινές καθημερινά
genitief καθημερινών καθημερινών καθημερινών
accusatief καθημερινούς καθημερινές καθημερινά
vocatief καθημερινοί καθημερινές καθημερινά

Bijvoeglijk naamwoord

καθημερινός

  1. dagelijks